Ήταν 1η τ’ Απρίλη του 1821 και όμως δεν ήταν ψέμα!... Μετά από 351 χρόνια κατάμαυρης σκλαβιάς ένα φως ελπίδας άναψε στουΑνηφορίτη λόφου τις ράχες, που απ’ τ’ αψήλουαγνάντευαν το αντίπερά τους κάστρο του Ευρίπου, το σκλάβο Νεγκρεπόντε…
Κι ήταν το φωςαυτό ίδιο σαν του κλεφτοφάναρου, που κράταγαν τα σκλαβόπουλα για να ’μπουν τη
νύχτα σ’ εκκλησιά λίγα κολλυβογράμματα να μάθουν και να φωτιστούν…
Κι
ήταν που ’ρθελίγο μετά τον Μεγάλο
Σηκωμό (που στήθηκε από τους Φιλικούς στην Οδησσό, στο Χάρκοβο, τη Μαριούπολη,
όπου σήμερα πόλεμος γίνεται και το Ελευθερία ή Θάνατος, ξανά σημαία
πάλλεται κι Έλληνες πάλι θυσία γίνονται…) και τότεστην Πελοπόννησο άνθισε!...
Κι ήταν πλέον το φως αυτό στα πλάγια της
Ριτσώνας, πουο ερχομός των απεσταλμένων από τον Οδυσσέα Ανδρούτσο παλικαριών
του Μηνιού Κατσικογιάννη τ’ άναψε, καθώςεκεί τα φλάμπουρά τους έστησαν και
μπόρες στους Οθωμανούς του Εύριπου έφεραν μεγάλες!…
Αυτοί, οι σκλαβωτές, τάχιστα το γνώριμό τους
πήρανε την άλλη την εβδομάδα, που και του Κυρίου των Παθών η Εβδομάδα ήταν, κι αρχίζουν
τομακέλεμαβοσκών ανύποπτων, φιλήσυχων κάτω απ’ τονΑνηφορίτη, στα μέρη της
Αυλίδας, αλλά και στη Χαλκίδα πέρα, ενώ λίγες ώρες πριν η Ανάσταση στους
Χριστιανούς σημάνει, τα δικά του πάθη ο εκ των Πρωτεργατών της Επαναστάσεως της
Εύβοιας Αρχιεπίσκοπος ΕυρίπουΓρηγόριος ο Αργυροκαστρίτηςθα υποστεί ταχέως. Πρώτα
μες στο σαράι με τις κοφτερές χατζάρες!... Κι έπειτα, την ώρα της Ανάστασης,
στον περίκλειστο από οπλοφόρους και όχλο της Τουρκιάς Ι. Ν. του Αγίου Δημητρίου
Χαλκίδας τα μύρια όσα θα δει, μ’ αργότερα σκληρά για μήνες θα βασανιστεί...
Προτού ο μήνας βγει, ο με ρίζες ευβοϊκές
Υδραίος Ναύαρχος Κριεζής Αλέξανδρος στον Βόρειο φτάνει Ευβοϊκό, στις 8 του Μάη
περνάει στην Ιστιαία τον ΒερούσηΜουτσανά (τον πρωτοξάδερφο του Αρχιστράτηγου
της Ρούμελης Ανδρούτσου), τους Οθωμανούς από το Ξηροχώρι διώχνει και με τους
Λιμνιούς του Αγώνα πρωτοβάδιστους, στον Άγιο και στα Βρυσάκια στήνουνε ορδί.Στις28
(με προπομπούς τον Πρωτοσύγκελο Μακάριο Βαρλαάμ, τον Ιατρού και Νίκο Τομαρά
καπεταναίους) στον λόφο Κοπανά-Αγία Ελεούσα φτάνουνε κι ως το δείλι πόλεμος με
την Τουρκιά του Εύριπου αρχίζει. Πολιορκία γίνεται, ο Μουτσανάς δεν νοιάζεται
και η συμφορά γοργά θα έρθει…
Πρώτη Ιούλη διώχνεται από
τους Ευβοείςκαι ο ΛίμνιοςΓοβιός ορίζεται των όπλων των ευβοϊκών ο πρώτος
καπετάνιος.
Ο Αγγελής με δίπλα του
τον αδερφό του Αναγνώστη, τον Κώτσο πρωτοπαλίκαρό του, με γενικό εγκέφαλο τον
Κριεζή ναυμάχο, γρήγορα στα Βρυσάκια το στρατόπεδο οργανώνεται, αλλά οι ανάγκες
το απαιτούν και φεύγει για την Κούμη, που Ιούνη επαναστάτησε και τώρα
κινδυνεύει…
Στα μέρη της πόλεμο με τον Ομέρ κάνει, μα
γρήγορα πίσω έρχεται, γιατί ο Ομέρ Βρυώνης έφτασε στου Έγριπου τα μέρη.
Το στράτεμα το ελληνικό τάχιστα,
ανασυντάσσονται, ο Αγγελής από τον λόφο τον κοντό κι ο Κριεζής (που έχει το
πρώτο πρόσταγμα) σιμά από θαλάσσης στις 15 του Ιούλη 1821 συντρίβουνε τους
εισβολείς στον κάμπο της Καστέλας, με τον Γοβιό να δείχνεται της «Εύβοιας ο
αετός», οι Μπαλαλαίοι μέγα σπάθη και ο βοσκός Νικόλας Κριεζώτης τρανό Ένα
παλικάρι!
Αυγούστου 12. ΟΦυλλαριώτης Δεσπότης της
Καρύστου Νεόφυτος Αδάμ με στράτεμα που σύναξε απ’ τη Τζια κι απ’ άλλα νησιά,
πόλεμο με τον ΟμέρΚαρυστινλή στων Στύρωνκάνει το χωριό, μ’ αδάμαστη είναι η Τουρκιά.
Ο Αγγελής παίρνει απόφαση τη Νότια να βοηθήσει Εύβοια
και Σεπτέμβρη, Τρυγητή, τον άπειρο τον Κριεζώτη της Καρυστίας των όπλων
χρίζει Αρχηγό.
Αλλά ο Δέσποτας για τον Κριεζώτη πολλή δεν
έχει εμπιστοσύνη, γι’ αυτό στο έμπα του Γενάρη του Εικοσιδυότους Μανιάτες
προσκαλεί με τον Ηλία Μαυρομιχάλη Μπεηζαδέ ηγέτη τους. Τότε, νέα στα Στύρα
δίνεται μάχη, μα ο λεβέντης πέφτει ηρωικά σε μύλο παλαιό κι οιδάσκαλοι χρόνους
μετά το ’22 μνημείο του υψώναν και
έκτοτε άπαντες πρεπόντως τον τιμούνε.
Δυο μέρες μετά τη συφορά, στην Καρυστία ο
Οδυσσέας φτάνει και υπό τη στρατηγία του ούλοι μαζί (Μανιάτες με τον Κυριακούλη
Μαυρομιχάλη, Κριεζώτης, Μαυροβουνιώτης, Νεόφυτος Αδάμ κι οι Ευβοείς) την
Κάρυστο τη ζώνουν, ενώ την ίδια τη στιγμή ο Κριεζής με τον Αγγελή το κάστρο της
Χαλκίδας το πλησιάζουν νύχτα του Γεναριού ασέληνη και κρύα, τσουχτερή, μα η
αψάδα του πολεμιστή το σχέδιο καταστρέφει… Αλλά και στ’ άλλο τ’ άκρο του νησιού
το οχυρό καστέλι στους Έλληνες δεν πέφτει, γιατί ο Ανδρούτσος εντολή λαμβάνει να
τρέξει αντίπερα, στης Ρούμελης τα μέρη κι εκεί να δώσει μάχες…
Κι ενώ ο Αγώνας για χρόνο
από τότε, που ο Υψηλάντης τον «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος» Αγώνα στη
Μολδαβία κήρυξε, παραμονές της Πασχαλιάς οι Τούρκοι καβαλάρηδες παγίδα στήνουνε
στον Αγγελή και πολεμώντας με τους λίγους του, στον κάμπο τον δαφνόστεφο πέφτει
το παλικάρι κι από κοντά ο Αναγνώστης αδερφός κι ο υπαρχηγός ο Κώτσος, οπότε οι
γόοι αντιλαλούν και θρήνους ανεμίζουν: «Για σένα, μωρέ Αγγελή, κλαίει το
Γριπονήσι/ που χάθηκες κατακαμπής σε κείνο το γιουρούσι…»
Αύγουστος του ’22 οι δυνάμεις του Τομαρά, του Κριεζώτη και των άλλων Ευβοέωνκαι των Ηπειρωτών οπλαρχηγών (που ο Αρχιεπίσκοπος Γρηγόριος Αργυροκαστρίτης στο νησί είχε φέρει), νέα ξενομερίτικη τούρκικη στρατιά στα Βρυσάκια αντιμετωπίζουν και αφού δεν ευτυχούν, καταφεύγουν στο Κούτουρλο Μετόχι, όπου λίγες ημέρες ύστερα ο Κριεζώτης με τα παλικάρια τους κατατροπώνει και στη συνέχεια σπεύδει στο ΠαλαιοχώριΛεπούρων, οργανώνει το στράτευμά του, τέλη Μαρτίου του 1823 κινείται προς την Κάρυστο, νικά τους Τούρκους στο Διακόφτι των Στύρων και αρχές Μαΐου στο Βατήσι, παίρνει στο κοντό τον ΟμέρμπεηΚαρυστινλή και πολιορκεί το Κοκκινόκαστρο. Ο Τούρκος αφηνιάζει και τρέμει για την πτώση… Για τούτο, 10.000 Γενιτσάρους από την Ανατολή κομίζει, η πολιορκία λύνεται και οι εισβολείςτη μαρτυρική νήσο Εύβοιακατερημώνουν.
Την ίδια στιγμή άλλη τούρκικη στρατιά φτάνει
στον Εύριπο, σύντομα τα δύο ασκέρια συνενώνονται και όλη την βορειοκεντρική της
πλευράσαρώνουν, σπέρνοντας παντού τον όλεθρο και την ατίμωση…
Οι από τον Κωλέττηκαι τον Άρειο Πάγο
εντεταλμένοι για την ασφάλεια της νήσου Ολυμπίτες στρατιώτες του Διαμαντή
Νικολάου, βλέποντας την θάλασσα τουρκιά εγκαταλείπουν τις θέσεις τους.
Οι μόνοι που το ανάστημά
τους ορθώνουν, είναι ο Νικόλας Τομαράς και ο Σύρος Μιστριώτης με τα λίγα του
παλικάρια, που πέφτουν πολεμώντας ηρωικά στα ορεινά της Κύμης.
Το ίδιο σθένος δείχνουν και οι οπλαρχηγοί
Νικόλαος Λιάκος, Σταύρος Βασιλείου, ΕυαγγελινόςΑργυροκαστρίτης, Χονδροβασίλης
και άλλοι ολίγοι, οι οποίοι στις Θερμοπύλες της Εύβοιας, ταΑνδριαλά του Παγώντα, στις 27 Ιουλίου 1823 ηρωικά τις αρίφνητες
ορδές των βαρβάρων της Ανατολής αντιπαλεύουν, που αφού σάρωσαν την Καρυστία,
σαν λαίλαπα και όλη την Κεντρική και Βόρεια πλευρά της Μάκριδος νήσου Εύριποςνα
ερημώσουν θέλουν...
Περί αυτών των γεγονότων
ο Ευβοέας Αγωνιστής του ’21, Αρχιμανδρίτης και συγγραφέας των ΕυβοϊκώνΝαθαναήλ Ιωάννου σημειώνει: «Ο
Κριεζώτης, μαθών ότι οι Οθωμανοί έφθασαν στο Αυλωνάρι, κατεβαίνει στους Κήπους,
καταλαμβάνει μερικές θέσεις και αρχίζει τους πυροβολισμούς. Αλλά οι αντικρινοί
γήλοφοι άνω και κάτω των Κοκκινοκλησσιών εν ριπή οφθαλμού γεμίζουν Τούρκους.
Αποσύρεται αμέσως στη Σκόπελο, ενώ πολλοί άλλοι στη Σκύρο και σε άλλα νησιά. Οι
δε Τούρκοι οδεύουν προς Κύμη και προς τους αποτομωτάτους βράχους των Σκαπετών.
Εκεί συνεπλάκησαν μετά τουΤομαρά
και του Σύρου και έπεσαν και οι δύο. Με έναν
λόγο, όλη την επαρχία Καρυστίας δια
πυρός και σπάθης διήλθαν, και ό,τι υπήρχε, έκαυσαν, έσφαξαν, αιχμαλώτισαν και
εν γένει κατερήμωσαν την Καρύστιον τελείως. Ακολούθως, μετέβησαν στην επαρχία Χαλκίδας στην οποία και ο ΜπερκόφτσαληςΙουσούφ πασάς εισήλθε και
ενώθηκαν μαζί με τον στρατό του» και
στην περιοχή του Κηρέα πάνω από 2.000 κατακρεοπύργησαν…[Ναθ. Ι. σελ. 111-113]
Από τον Νοέμβρη του ’23 έως στις 25 Απριλίου
1824 ο Ανδρούτσος με 3.000 παλικάρια εκ νέου στα Βρυσάκιαοχυρώνεταικαι στενά τη
Χαλκίδαπολιορκεί. Εν μέσω χειμώνος, η πείνα και οι ασθένειες πλήττουν τους
πολιορκημένους, ο διοικητής της πόλης Ομέρ πασάς, είναι έτοιμος να την
παραδώσει, ο Οδυσσέας διαρκώς καλεί τη διοίκηση να στείλει καράβια για να αποκλείσουν
τον Βόρειο Ευβοϊκό, μα δεν εισακούγεται, οπότε ο τούρκικος στόλος φτάνει στα
Πολιτικά και διαλύει το στρατόπεδο.
Ο ίδιος ο Αρχιστράτητος
της Στερεάς, γνωρίζοντας πως «ο έχων Εύβοια, έχει Ελλάδαν», τον Φλεβάρη του ’25
ξαναπασχίζεικαι πάλι να διώξει τους σκλαβωτήδες από τον Εύριπο, αλλά ο
πανούργος Ομέρ πασάς τον υποψιάζεται και το σχέδιό του ναυαγεί.
Τελευταία οργανωμένη προσπάθεια για την
Απελευθέρωση της Εύβοιας γίνεται από τον Μεγάλο Γάλλο Φιλέλληνα Κάρολο Φαβιέρο
το 1826, ο οποίος φθάνει πρώτα στον Ανηφορίτη και έπειτα στον Καράμπαμπα, αλλ’
αποτυγχάνει.Απόεκεί αναχωρεί για Κάρυστο, την πολιορκεί, αλλά επειδή έχει
πολλές απώλειες και το κάστρο της δείχνει απόρθητο. Για τούτο υποχωρεί στο
ΛυκόρεμαΜαρμαρίου, όπου εγκλωβίζεται από τις τούρκικες δυνάμεις, αλλά με έξυπνο
τρόπο τον διασώζουν ο Αλέξανδρος Κριεζής και ο Νικόλας Κριεζώτης, ο οποίος
μόλις έχει επιστρέψει από τις πολεμικές του δραστηριότητες στη Βυρηττό του Λιβάνου.
Σύντομα ο Κριεζώτης με τον Μαυροβουνιώτηκαι
τα παλικάρια τους σπεύδουν στην (ανήκουσα στο σαντζάκι του Ευρίπου) Αττική, με
την προοπτική να συντρέξουν τον Αγώνα για την υπεράσπιση της πολιορκούμενηςαπό
τους Τούρκους Ακροπόλεως, της οποίας μετά τον θάνατο του Γούρα γίνεται
Φρούραρχος, αφού εν τω μεταξύ έχει συμπολεμήσει με τον Καραϊσκάκη σε μεγάλες
μάχες στο Χαϊδάρι, στην Άμπλιανη των Σαλώνων και αλλού. Είναι λίγες από τις 45
νικηφόρες του μάχες από τις 72 συνολικά, που για την Πατρίδα Ελλάδα έδωσε στα
χρόνια του ’21 έδωσε.
Ανάμεσα σ’ αυτές και του
Ανηφορίτη στις 2 Ιουνίου 1829 (τελευταία της οκτάχρονης πολεμικής αντιμαχίας
στον Εύριπο), οπότε και τις δυνάμεις του Ομέρ πασά εκ νέου κατατρόπωσε και
τρεις μήνες μετά στην υπό τον Δημήτριο Υψηλάντη Πέτρα της Βοιωτίας, τελευταία
μάχη του Αγώνα πρωτοστάτησε.
Ήταν μία μάχη, που έφερε μεν τη συντριβή των
Οθωμανών, αλλά και την υποχρέωσή τους να αποσυρθούν από την Ανατολική Στερεά.
Στα επόμενα τρισήμισι χρόνια συνθήκες επί
συνθηκών έγιναν για να ξετοπιστούν οι Τούρκοι από την Εύβοια, την
Αττικοβοιωτία, τη Λαμία και τις Βόρειες Σποράδες, πληρώνοντάς τους αδρά και αίμα,
αλλά και για τις μεγάλες εκτάσεις γης, που κατείχαν και με διάφορα τεχνάσματα ως
δικές τουςτις εμφάνιζαν και μαζί με τους κολίγους τους τις μοσχοπούλησαν...
Όπως πολύ χαρακτηριστικά ο
αείμνηστος Αγιαννιώτης Δάσκαλος και συγγραφέας Γιώργος
Παπαστάμοςσημειώνειγια τους πέριξ του
Κοκκινόκαστρου πολέμους σημειώνει: «Το ’21 και εδώ πέρα, στο καρυστινό κάστρο,ήταν μια άγρια ανθρωποταραχή· ήταν όλη
φυτίλι, μπαρούτι και αέρα και όχι μία μελέυπόθεση ή οπερέτα των Παρισίων
για να κάνουν απαρέμφατα οι αγορητάδες.»
[Γ. Π.: Κάρολος Φαβιέρος, σελ.
79]
Και όντως έτσι ήταν.
Αγώνας πολυετής, με μέσα λίγα, αλλά με ψυχή μεγάλη! Αγώνας με θυσίες απέραντες,
αλλά με ελπίδες μεγάλες ότι επιτέλους η Λευτεριά θα έρθει και ο Ήλιος της
Δικαιοσύνης θα λάμψει!
Κι αν από τον Ανηφορίτη
τα πράγματα του ’21 για την Εύβοια ξεκίνησαν και στον Ανηφορίτη έλαβαν νικηφόρο
και δαφνόστεφο τέλος, μέχρι εκεί να οδηγηθούν, από ανηφορίτες μύριους ο λαός
της πατρίδας μας επέρασε και με το αίμα του λίμνες ολάκερες γέμισε!...
Δέκα θα ήταν ο πρωί της 26ηςΜαρτίου
1833ή 7 Απριλίου με το νέο ημερολόγιο, οπότε τα κλειδιά του κάστρου του Νεγκρεπόντε
στον εκπρόσωπο της ελληνικής κυβερνήσεως Ιάκωβο Ρίζο Νερουλό παραδόθηκαν και την
ίδια στιγμή ο εξ ΑφρατίουΧαλκίδοςΑγωνιστής του ’21 και Ιερωμένος Παπασκιαδάς με
ανοιχτά τα ιστία της ψυχής του ανέβηκε στα τείχη του οχυρού, οπότε «υψώσας και
εμπήξας την σημαίαν του στρατού επί του
τείχους του φρουρίου Χαλκίδοςεφώνησενένδακρυς:
‘‘Χάριν σου, φιλτάτη σημαία, εχύθη τόσον
ελληνικόν αίμα.»
[Κωνσταντίνου
Γουναρόπουλου: Ιστορία νήσου Εύβοιας(σελ. 340)]
Έκτοτε, οι επίγονοί του Ευβοείς σε δρόμους
αγώνα, ειρήνης, αγάπης και δημιουργίας πορεύονται, το γόνυ τους προς αυτούς που
πάλεψαν και θυσιάστηκαν για να φύγει από τον τόπο μας ο βάναυσος κατακτητής κλείνουν
και την πορεία της χώρας σε ελεύθερα πεδία χαράζουν…
Χρόνια σας πολλά!
Αεί ελεύθερα και δημιουργικά!
Κωνσταντίνος Κλ. Μπαϊρακτάρης
Χαλκίδα, 9 Απριλίου 2022
[Ημέρα που πριν 79 έτηοι Γερμανοί Ναζί
εισέβαλαν στη χώρα μας και στις 25 του μήνα (που κατά τον Σολωμό «έστηνεν ο
Έρωτας χορό με τον ξανθόν Απρίλη»), μπήκαν στη Χαλκίδα και λίγο μετά στην Αθήνα.]
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου